Ομιλία Αντιπροέδρου ΗΕΘ Λευτέρη Νέσερη-82η επέτειος Απελευθέρωσης Κορυτσάς




Πανοσιολογιότατε αρχιμανδρίτα κ. Αμβρόσιε Ματσά,  

Αγαπητοί αδελφοί, 

Η Ηπειρωτική Εστία Θεσσαλονίκης, ως προπύργιο του ηπειρωτισμού στη Μακεδονία, ενός ηπειρωτισμού που αποτέλεσε τη μήτρα εθνικών ιδεών, ξεχωριστών κατορθωμάτων, ευεργετών του έθνους και του ελληνικού μας κράτους, αλλά κυρίως που αποτέλεσε τον πρόλογο μέγιστων στιγμών της ιστορίας μας, έρχεται για ακόμη μια φορά, να μας υπενθυμίσει αξίες και διδάγματα ενός πνεύματος ηθικής που όχι μόνο εκλείπει στις μέρες, αλλά και που πολεμάται βάναυσα, ως κάτι το μη αρεστό. Για αυτόν το λόγο, η Ηπειρωτική Εστία Θεσσαλονίκης δεν ξεχνά και τιμά σήμερα την 82η Επέτειο της Απελευθέρωσης της Κορυτσάς.

Ως αντιπρόεδρος της Ηπειρωτικής Εστίας, θα υπομνήσω σύντομα αλλά περιεκτικά, κάποια γεγονότα εκείνης της περιόδου του 1940, κατά την οποία ο ένδοξος ελληνικός στρατός, όχι μόνο ανέκοψε την επίθεση της ναζιστικής Ιταλίας στα ελληνο-αλβανικά σύνορα, αλλά συνέχισε με αντεπίθεση ακάθεκτος, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στις 22 Νοεμβρίου του 1940, στην απελευθέρωση της Κορυτσάς.

Έτσι, μετά τη λήξη της πρώτης περιόδου του Ελληνοϊταλικού Πολέμου στις 13 Νοεμβρίου του 1940 και την επιτυχή απόκρουση της ιταλικής εισβολής άρχισε η συνεχώς εντεινόμενη ελληνική αντεπίθεση για την απελευθέρωση των πόλεων της Βόρειας Ηπείρου, με αποκορύφωμα την Κορυτσά.


Όμως, όπως τα καλύτερα συναξάρια αγίων τα γράφουν τόσο οι ομόψυχοό τους άγιοι, όσο και αυτοί που τους έζησαν από κοντά και κατάφεραν να δουν, έστω για λίγο, μέσα από τα μάτια και την ψυχή των αγίων αυτών, έτσι και τα καλύτερα στοιχεία για ένα αντίστοιχο πολεμικό ή καλύτερα ηρωικό συναξάρι για τον ελληνισμό της εποποιίας του αγώνα του ’40, μόνον όσοι τα έζησαν εξ επαφής και επί τόπου, θα μπορούσαν να τα καταγράψουν, αλλά και να τα αναπαραστήσουν και να τα ζωντανέψουν.

Μία τέτοια λοιπόν καταγραφή, προέρχεται από την πέννα του μακαριστού Μητροπολίτου Χίου, Ψαρών και Οινουσσών, κυρού Παντελεήμωνος Φωστίνη, ο οποίος βίωσε το φλεγόμενο μέτωπο του ελληνο-ϊταλικού πολέμου, όπως και χιλιάδες ακόμη Έλληνες, με ξεχωριστές εμπειρίες ο κάθε ένας, αλλά και πολλές κοινές, οι οποίες δε δύναται να αμφισβητηθούν. Εκεί λοιπόν, όπου το δίκιο των Ελλήνων στεκόταν ακλόνητο απέναντι στην άδικη επίθεση της φασιστικής Ιταλίας, μαζί με την αυταπάρνηση, τη θυσία και τον ηρωισμό των στρατιωτών μας και όλου του ελληνικού λαού, κατακτήθηκε και η εύνοια του ελέους του Θεού.

Γι αυτό, και η Υπεραγία Θεοτόκος, η Υπέρμαχος Στρατηγός, θα φανεί οφθαλμοφανώς στους στρατιώτες μας, θα τους δώσει νερό στη δίψα τους, θα τους προειδοποιήσει την ώρα της έναρξης της μεγάλης αντεπίθεσης των Ιταλών και θα τους ενθαρρύνει υποσχόμενη την δική της συμβολή στην μάχη λέγοντάς «Είμαι μαζί σας»! Η Παναγία μας, ήταν το πιο προκεχωρημένο φυλάκιο του λαού και του στρατού μας! Και η ευλογημένη αυτή εύνοια και επίσκεψη, έφερνε κατάνυξη και συντριβή στους στρατιώτες μας. 

Άλλωστε, εκείνη τη στιγμή ήταν και οι ίδιοι, με τον δικό τους τρόπο ησυχαστές, ασκητές και νηπτικοί στρατιωτικοί άγιοι, και έτσι ξεσπούσαν σε δάκρυα! Αναρωτιέμαι όμως,……(;)Αυτό το δάκρυ δεν είναι που ακολουθεί πάντα τις αληθινές επισκέψεις θείων προσώπων στους ησυχαστές και του ασκητές;

Όμως, και οι ίδιοι οι Ιταλοί ομολογούσαν την εμφάνιση της Παναγίας και μάλιστα βλέποντάς Την να οδηγεί τους Έλληνες στρατιώτες εναντίον τους! Έτσι, και αυτοί, καταλάβαιναν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε και γι’ αυτό παραδίδονταν αμαχητί! Φαίνεται, πως η Παναγία μας δεν είχε ξεχάσει πως οι Ιταλοί ήταν αυτοί βύθισαν το πολεμικό μας πλοίο, την «Έλλη», στο λιμάνι της Τήνου, ανήμερα της γιορτής Της, τον Δεκαπενταύγουστο του 1940.

Ας αναλογιστούμε λοιπόν σήμερα, το πόσο χρήσιμη και αποκαλυπτική είναι η καταγραφή της αυταπάρνησης και του ηρωισμού των Ελλήνων στρατιωτών που επέδειξαν ένα μοναδικό φιλότιμο. Φιλότιμο, απέναντι στην πατρίδα, στους συστρατιώτες τους, την προάσπιση της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας απέναντι στο μόρφωμα ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος.

Αλλά τι να πούμε και για την ηρωική παρουσία στο μέτωπο ενός Αγιορείτη Διάκου, ο οποίος παράλληλα με τα ιερατικά του καθήκοντα, έδειχνε και αντίστοιχη πολεμική αρετή! Έτσι, ιδιαίτερα συγκινητικές, αποτελούν οι λατρευτικές στιγμές στο μέτωπο, η τέλεση της Θείας Λειτουργίας, η μετάδοση της Θείας Κοινωνίας στους μελλοθάνατους, αλλά και σε όσους ανελάμβαναν εθελοντικώς, οικειοθελώς και αυτοπροαιρέτως αποστολές χωρίς γυρισμό!

Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Παντελεήμων Φωστίνης, στην καταγραφή αυτών των θαυμαστών γεγονότων ανέφερε το εξής: «Ο πόλεμος εναντίον των Ιταλών στα βουνά της Αλβανίας, δεν ήταν πόλεμος για την Ελλάδα, ήταν μια αληθινή Μυσταγωγία, ένα ψυχικό λουτρό, μια εποποιία, ένα θαύμα, μια δόξα, μια εκτυφλωτική ακτινοβολία της ελληνικής ψυχής».

Δύο λοιπόν από τις πολλές καταγραφές του Μητροπολίτη είναι οι ακόλουθες:

Η πρώτη καταγραφή, αφορά εμφάνιση της Παναγίας στους Έλληνες και τους Ιταλούς

Κάποιος άλλος με ανατριχιασμένο το κορμί μου περιγράφει ένα θαύμα της Παναγίας: «Περνούσαμε ψόφιοι της δίψας από μια πλαγιά. Τόσες ώρες δρόμο, δεν είχαμε συναντήσει νερό. (;)Δεν υπάρχει νερό εδώ πέρα;» Ελέγαμε σκασμένοι ο ένας στον άλλο. Αυτή τη στιγμή μια πεντάμορφη, χωριάτισσα γυναίκα δεν ξέρω και εγώ πώς βρέθηκε μπροστά μας μόνη της.


–Τι θέλετε παιδιά; μας ρώτησε σαν να ’ταν μάνα μας.

–Νερό, κυρά μου, της είπαμε, εσκάσαμε για νερό. (;)Δεν υπάρχει νερό σ’ αυτόν τον τόπο;


Και εκείνη μας οδήγησε σε μια καθαρή βρυσούλα πιο κάτω με άφθονο νερό και δροσισθήκαμε όλοι. Σε λίγο έφθασε και άλλο ένα τμήμα διψασμένο κι’ αυτό για νερό και τους εδείξαμε τη βρύση. Μα βρύση δεν βρισκόταν εκεί. Κυτταχθήκαμε μεταξύ μας σαστισμένοι και ανατριχιάσαμε. 

Τότε θυμηθήκαμε όλοι μας, ότι είχαμε χάσει από μπροστά μας την πεντάμορφη γυναίκα, χωρίς να δούμε τι έγινε. Εκάναμε τον σταυρό μας και αρχίσαμε όλοι να κλαίμε. Η Παναγία είχε παρουσιασθεί μπροστά μας! Και ήταν πράγματι η Παναγία, γιατί την ίδια μέρα οι αιχμάλωτοι Ιταλοί που πιάσαμε, μας διηγούντο, ότι την ώρα της μάχης, μια γυναίκα οδηγούσε την επίθεση μας και τους έπιασε τρόμος και σήκωσαν τα χέρια τους και παρεδόθησαν!

Μία δεύτερη καταγραφή και με αυτήν θα κλείσω την ομιλία, αναφέρεται στον αυτοθυσιαστικό ηρωισμός των Ελλήνων στρατιωτών

Ο αληθινός ήρως Αντισυνταγματάρχης Δημοκωστούλας, μας διηγήθηκε μαζί με τ’άλλα ένα περιστατικό, που μας έκαμε να λυώσουμε κυριολεχτικώς. Ήταν μια ώρα κρίσιμος· τα παλληκάρια μας ωρμούσαν ασυγκράτητα, ωρμούσαν νηστικά και ξεπαγιασμένα. Τους εσκέπαζαν τα χιόνια, κι’ εκείνοι πολεμούσαν. Οι δοξασμένες ελληνοπούλες της θρυλικής Πίνδου κουβαλούσαν πυρομαχικά. Και όταν αργούσαν να τα φέρουν, οι ήρωες επολεμούσαν με τις πέτρες, με τη λόγχη! Ώρα υπερτάτης θυσίας. 

Ξαναζούσαν οι θρύλοι της ευλογημένης φυλής, οι θρύλοι που συγκρατούσαν και ενέπνεαν γενεές αιώνων ολοκλήρων της σκλαβιάς. Ξαναποτίζονταν με αίμα και γέμιζαν με ηρωικά κόκκαλα η Μοράβα και το Ιβάν, τα δοξασμένα βουνά, που την εποχή της σκλαβιάς ήσαν τα λημέρια των κλεφτών, που από τις πλαγές τους εξεπηδούσαν τα δημοτικά τραγούδια και τώρα έγιναν τα ολόχρυσα βιβλία, στις σελίδες των οποίων εγράφηκε και η μεγαλυτέρα εθνική εποποιία.

Ω! η ώρα υπερτάτης θυσίας! Η διαταγή ήλθε. Έπρεπε να γίνη μια έφοδος θανάτου, για να πέσει το οχυρό. 

Εκατόν πενήντα παλληκάρια διαλεκτά θα έκαμαν την επιχείρηση από μιαν απόκρημνο πλαγιά. Λίγοι από αυτούς θα εγλύτωναν, μα ο θάνατος εκείνων θα έσωζε την κατάσταση.

Ο Διοικητής απευθύνεται εις όλο το Σύνταγμα και το είπε καθαρά:

– Παιδιά, πρέπει εκατόν πενήντα Λεωνίδαι να επιτεθούν στο οχυρό, να πέσουν, να θυσιασθούν για την Πατρίδα, για την Ελλάδα μας. Ποιοι από σας δέχονται να λάβουν μέρος σ’ αυτή τη θυσία; Ω! ευλογημένη! Ω! αθάνατη φυλή! Εσηκώθηκαν όρθιοι όλο το Σύνταγμα! Όλοι θέλουν να θυσιασθούν για την Πατρίδα. Ο Συνταγματάρχης ανατρίχιασε, γύρισε το πρόσωπό του για να σπογγίση τα δάκρυα, που αυθόρμητα εξεπήδησαν από τα μάτια του. Με κόπο πολύ εδιάλεξε εκατόν πενήντα αθανάτους. Οι άλλοι τους εζήλευαν. Εκείνοι μια χάρι εζήτησαν, να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων πριν ξεκινήσουν. Ω! στιγμή αλησμόνητη! Ο παπάς του Συντάγματος φορεί το πετραχήλι τον και ετοιμάζει τα Άχραντα Μυστήρια. «Μετά φόβου θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε»! Το Σύνταγμα ολόκληρο γονατίζει. Οι εκατόν πενήντα αθάνατοι ένας ένας περνούν μπρος στον αντιπρόσωπο του Θεού, ο οποίος με δακρυσμένα μάτια τους μεταδίδει τα Μυστήρια, «του Δείπνου Σου του μυστικού σήμερον, υιέ Θεού, κοινωνόν με παράλαβε. Ου μη γαρ τοις εχθροίς Σου το Μυστήριον είπω, ου φίλημά Σοι δώσω καθάπερ ο Ιούδας…». Μια ανείπωτη γαλήνη και μια θεία λάμψις εξεχύθηκε στα πρόσωπά των. Επήραν το Χριστό μέσ’ στην ψυχή τους και ημίθεοι ετράβηξαν για το μεγαλούργημά των. Καλήν αντάμωσι, παιδιά στον ουρανό. Πέστε στους δικούς μας «ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμμασι πειθόμενοι».

Με αυτήν την ψυχή λοιπόν, με τα ψευτοτούφεκα και με το Μέγα Έλεος του Θεού και τη Χάρη της Παναγίας, πήραμε την Κορυτσά και αναφώνησε ολόκληρη η ματωμένη Ευρώπη από τον ναζισμό, «Ζήτω η Ελλάδα»!!!

Η απελευθέρωση της Κορυτσάς, προκάλεσε θύελλα ενθουσιασμού στην Αθήνα, αλλά και διεθνώς έγινε αφορμή για µια σειρά εγκωμίων προς τον Ελληνικό Στρατό. Ουσιαστικά, αποτελούσε την πρώτη συµµαχική νίκη σε ευρωπαϊκό έδαφος, δεκαπέντε ολόκληρους µήνες από την έναρξη του Β΄ Παγκοσµίου Πολέµου.